Της Μαίρης Ορφανίδη
Η θέα από το μοναστήρι των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου προς τον κάμπο και την κοιλάδα του Κριού Ποταμού θύμισε στον πατέρα Παύλο τα πρώτα χρόνια του μοναχισμού στο Άγιον Όρος και στάθηκε η αφορμή να γίνει ο ηγούμενος σε ένα μοναστήρι που, όταν έφθασε, ήταν σχεδόν εγκαταλελειμμένο:
«Όταν ήρθα, λείπανε πολλά πράγματα, δεν υπήρχαν ιερά σκεύη, ο περίβολος ήταν ερειπωμένος, ο ξενώνας με προβλήματα. Μας βοήθησε ο δήμαρχος της Αιγείρας, μας έστειλε εργάτες, βοήθησε και ο κόσμος με δωρεές και εγώ με τον δικό μου μισθό κάνω ό,τι μπορώ». Τα πέντε χρόνια που πέρασε στο Άγιον Όρος σφράγισαν τη μνήμη του πατέρα Παύλου, καθώς και οι ρήσεις σεβαστών μοναχών της Αθωνικής Πολιτείας, όπως ο προηγούμενος ηγούμενος της Μονής Σιμωνόπετρας Αιμιλιανός, που στις συνάξεις του ανέφερε: «Αν δεν μπορείτε να είστε πνευματικοί άνθρωποι, να είστε ευγενικοί και διακριτικοί».
Ο πατήρ Παύλος -40 ετών σήμερα- θα πει: «Προσωπικά πιστεύω ότι οι μοναχοί δεν θα πρέπει να νιώθουν μοναξιά, αλλά να απολαμβάνουν την ησυχία με την πνευματική έννοια». Από το 2003 το μοναστήρι αποκτά ζωή και σιγά-σιγά τελούνται μυστήρια, με αποκορύφωνα το πανηγύρι ανήμερα της εορτής των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, όπου το μοναστήρι μπορεί να φιλοξενεί έως και 400 άτομα. «Ο κόσμος θέλει λίγο χρόνο να σε γνωρίσει να σε εμπιστευτεί, χρειάζεται να το νιώσουν ως κάτι οικείο, σαν το σπίτι τους, το καταφύγιό τους».
Το καθολικό της μονής, που βρίσκεται στους καταπράσινους πρόποδες του Σαραντάπηχου, ανάμεσα στα χωριά Περιθώρι και Σελιάνα της ορεινής Αιγείρας, αποτελεί λιθόκτιστο κτίσμα του 17ου αιώνα και είναι εσωτερικά κατάγραφος από τοιχογραφίες, οι οποίες, σύμφωνα με επιγραφή που σήμερα δεν σώζεται, φιλοτέχνησε το 1621 ο Γεώργιος Μόσχος, ζωγράφος από το Ναύπλιο. Η εικονογράφηση, που χωρίζεται σε τέσσερις ζώνες, αναπαριστά σκηνές από τους βίους και τα μαρτύρια αγίων και σκηνές από τον χριστολογικό κύκλο. Σε πολλές από τις τοιχογραφίες έχει γίνει συντήρηση, ενώ οι τοιχογραφίες των Αγίων Αποστόλων είναι το προτελευταίο γνωστό έργο του Ναυπλιώτη ζωγράφου.
Ο ηγούμενος της Μονής, νέος σε ηλικία, με πανεπιστημιακή μόρφωση, μας μιλά και για την εικόνα που έχει αποκομίσει από τους νέους: «Υπάρχει η αναζήτηση στη νεολαία και τώρα με την κρίση έχουν υπαρξιακά θέματα, έχουν όμως και απίστευτη ωριμότητα και καθαρές ψυχές».
Το μοναστήρι κατά τη μακραίωνη ιστορία του, που ξεπερνά τα 400 χρόνια, έχει λειτουργήσει ως ανδρικό, εκτός από την περίοδο 1955-1986, όπου στη Μονή τοποθετήθηκε η μοναχή Πανσέμη Φαρμάκη. Έκτοτε και έως το 2003, οπότε και τοποθετήθηκε ο πατέρας Παύλος, είχε μείνει εγκαταλελειμμένο. Όταν ρωτήσαμε τον νέο ηγούμενο του μοναστηριού, που έχει λάβει και το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη, αν στα σχέδιά του είναι η διοίκηση στην Εκκλησία, μας απαντά : «Το ’χω αποκλείσει εδώ και χρόνια, το διοικητικό κομμάτι είναι πιο κουραστικό και σε αποσπά από το κομμάτι το πιο πνευματικό».
Χαιρετήσαμε τον πατέρα Παύλο, έπειτα από παραμονή μίας ώρας στο μοναστήρι, το οποίο το υπουργείο Πολιτισμού έχει χαρακτηρίσει διατηρητέο μνημείο, και αφήσαμε πίσω μας το κατάφυτο από έλατα τοπίο και τους ήχους από το κελάρυσμα των πηγών. Η αίσθηση μιας ιδιαίτερης ησυχίας, όμως, μας συνόδευε για πολλές ώρες αργότερα.